3/9/13

Αντίο Δάσκαλε...

Σήμερα  το  ιστολόγιο  πενθεί. Ας  του  επιτραπεί  λοιπόν  ένα  μικρό  συναισθηματικό  ξέσπασμα...

Καμιά  εικοσαριά  χρόνια  πριν,  τρεις  φοιτητές,  ο  Η,  ο  Σ  και  ο  Β (αυτός  είμαι  εγώ),  περιμένουν  κάποιο  πρωί  την  έναρξη  ενός  από  τα  εργαστηριακά  μαθήματα  που  αφορούσαν  στα  "Εργαστήρια  Ηλεκτρομαγνητισμού",  του  δεύτερου  έτους  του  προγράμματος  σπουδών  του  τμήματος  Φυσικής  του  Παν/μίου  Ιωαννίνων.  Υπήρχε  διάχυτη  μια  σχετική  ανησυχία  στην  αίθουσα,  καθώς  ο  διδάσκων,  ο  Περικλής  Τσέκερης  θα  επέστρεφε  στους  φοιτητές  τις  εργασίες  από  το  προηγούμενο  μάθημα  που  αφορούσαν - μεταξύ  άλλων -  στα σχήματα  Lissajous.

Η  δυσκολία - υποτίθεται - της  άσκησης,  είχε  σαν  αποτέλεσμα  οι  περισσότερες  ομάδες  να  έχουν  παραδώσει  άθλιες  εργασίες.  Από  το  συνδυασμό  αυτής  της ... αθλιότητας,  με  την  αυστηρότητα  του  Καθηγητή  Τσέκερη,  προοιωνίζονταν... εκρηκτικές  εξελίξεις.

 Ο  Καθηγητής  είχε  μια  φοβερή  συνήθεια  όταν  διόρθωνε  εργασίες:  κάθε  λάθος  βαθμολογείτο  επιτόπου.  Η ... ταρίφα  ήταν  -1  για  τα  μικρά  λάθη,  -2  για  τα  μέτρια  και  -3  για  τα  μεγάλα.  (Υπήρξε  ομάδα  που  ισχυρίστηκε  ότι  σε  γραπτό  της  εμφανίστηκε  το  σκορ  ρεκόρ  για  μεμονωμένο  λάθος:  -4  !  Η  πληροφορία  όμως  δεν  έχει  επιβεβαιωθεί).  Το  συνολικό  σκορ  λαθών  προστίθετο  στο  10 (άριστα)  και  έτσι  προέκυπτε  ο  βαθμός  του  γραπτού.  Πολλές  ομάδες  εκείνο  το  πρωί  αναρωτιούνταν  αν  ο  τελικός  βαθμός  μιας  εργασίας  μπορούσε  να  είναι  αρνητικός!

Τα  λεπτά  κύλησαν  και  ο  καθηγητής  κατέφτασε  στην  αίθουσα,  με  τις  εργασίες  ανά  χείρας  και  ένα  ύφος  που  σαφώς  εμπεριείχε  θυμό  αλλά και  λύπη. Ήταν  προφανές  ότι  ήταν  απογοητευμένος.   Οι  εργασίες  μοιράστηκαν  στις  ομάδες.  Οι  βαθμοί  ήταν  όλοι  μεταξύ  2  και  3  (με  άριστα  το  10).  Αντί  του  αρνητικού  τελικού  βαθμού,  ο  καθηγητής  Τσέκερης  είχε  προτιμήσει,  μια  και  δεν  βρήκε  ούτε  μια  εργασία  της  προκοπής,  να  βαθμολογήσει  τα  γραπτά  με  2  ή  3  και  την  επισήμανση  "επιεικώς"  κάτω  από  το βαθμό!  Η  απάντηση  είχε  δοθεί:  αρνητικός  βαθμός  δεν  μπορούσε  να  υπάρξει ... μάλλον !

Η  ομάδα  μας  πήρε  και  αυτή  την  εργασία  της.  Είχαμε  πάρει  "3 επιεικώς"  αν  και  μας  άξιζε  σίγουρα  ένα  -15!  Αρχίζουμε  λοιπόν  να  ξεφυλλίζουμε  την  εργασία  για  να  δούμε  τα  λάθη  μας.  Και  ο  Η  ανακαλύπτει  κάπου  ότι  ο  Καθηγητής  είχε  αδίκως  διορθώσει  (με  -2)  κάτι  που  είχαμε  γράψει.  Αφού  το  εξετάσαμε  και  οι  τρεις  και  συμφωνήσαμε  πως  ό,τι  είχαμε  γράψει  σε  εκείνο  το  σημείο  ήταν  σωστό,  ο  Η  λέει  αποφασιστικά :  "Θα  πάω  να  του  το  πω".  Μάταια  παλέψαμε  να  τον  συγκρατήσουμε  εγώ  και  ο  Σ.  Το  φλογερό  ταμπεραμέντο  του  Η  και  το  γεγονός  ότι  ο  ίδιος  ήταν  ο  συγγραφέας  της επίμαχης  παραγράφου,  τον  οδήγησαν  ταχύτατα μπροστά  στον  Καθηγητή.  Ο  Η  εξήγησε  στον  Καθηγητή  την  ένστασή  του/μας.  Εκείνος  πήρε  την  κόλλα.  Μελέτησε  ξανά  με  μεγάλη  προσοχή  το  κείμενό  μας  σε  εκείνο  το  σημείο,  έσβησε  τη  σημείωση  με  το  "-2",  είπε : "σας  ζητώ  συγνώμη,  έχετε  δίκιο" και  έδωσε  την  εργασία  πίσω  στον  Η.  Εκείνος  όμως  ήταν  αποφασισμένος  να  το ... χοντρύνει:  "Μα  κύριε  Τσέκερη  δεν  θα  διορθώσετε  και  το  συνολικό  βαθμό" ;  (Εκείνη  τη  στιγμή,  εγώ,  σε  πλήρη - είμαι  βέβαιος - συμφωνία  με  τον  Σ,  κατάλαβα  το  νόημα  της  φράσης  "μου  κόβονται  τα  πόδια")!  Ο  Καθηγητής  απαντά : "Α,  ναι"!  Ξαναπαίρνει  την  κόλλα  λοιπόν  και  ... επανοπλίζει  το  κόκκινο  στυλό.  Ο  Η  αρχίζει  να  χαμογελά!  Εγώ,  ο  Σ  και  κάποιοι  φοιτητές  γύρω  που  παρακολουθούν,  μένουμε  με  το  στόμα  ανοιχτό.  Ο  Καθηγητής  λοιπόν,  με  ηρεμία,  διαγράφει  τη  λέξη  "επιεικώς"  και  επιστρέφει  την  κόλλα  στον  Η  που  την  παίρνει  αμήχανος  και  απορημένος.  Οι  δε  υπόλοιποι  που  παρακολουθούμε,  ξεσπάμε  σε  ασυγκράτητο  γέλιο.

Τα  χρόνια  πέρασαν.  Ο  Β  εργαζόταν  στην  Εθνική  Τράπεζα  της  Ελλάδος,  στο  κεντρικό  Κατάστημα  των  Ιωαννίνων,  στην  Αβέρωφ  4.  Ο  Καθηγητής,  ερχόταν  εκεί  κάθε  μήνα  για  να  εισπράξει  με  εξουσιοδότηση  τη  σύνταξη  της  μητέρας  του,  που  δεν  ήταν  σε  θέση  να  έρθει  η   ίδια.  Μια  φορά  λοιπόν,  είχα  λίγο  χρόνο  διαθέσιμο  και  φέρθηκα  σαν  ... κλασικός  νεοέλληνας.  Εξυπηρέτησα  τον  Καθηγητή  ξεχωριστά  κατά  παράβαση  της  σειράς.  Ειλικρινά,  δεν  το  συνήθιζα,  ο  σεβασμός  όμως  στο  πρόσωπο  του  Δασκάλου  μου  ήταν  μεγάλος.  Αυτός  πήρε  τα  χρήματα  και  τα  παραστατικά  και  μου  είπε με  εκείνη  τη  μπάσα  μακρόσυρτη  φωνή  του :  "Βασίλη  σε  ευχαριστώ  πολύ.  Αλλά,  σε  παρακαλώ  μην  το  ξανακάνεις  αυτό.  Δεν  υπάρχει  ανάγκη.  Εγώ  μπορώ  να  περιμένω,  έχω  χρόνο.  Να  με  αφήνεις  να  περιμένω  μέχρι  να  έρθει  η  σειρά  μου".

Λίγους  μήνες  μετά,  άρχισα  να  εργάζομαι  σχεδόν  αποκλειστικά  στο  ταμείο  του  Καταστήματος.  Ο  Καθηγητής  συνέχιζε  να  έρχεται  κάθε  μήνα,  έκοβε το  χαρτάκι  του  και  προσπαθούσε,  όταν  ερχόταν  η  σειρά  του  πάντα,  να  έρθει  στο  δικό  μου  πόστο  αν  ήταν  δυνατόν,  για  να  μιλήσουμε.  Αρκετό  καιρό  μετά,  ήρθε  και  πάλι  στο  ταμείο  6.  "Καλημέρα  κύριε  Καθηγητά.  Τι  κάνετε;  Ήρθατε  για  τη  σύνταξη  της  μητέρας  σας΄",  του  λέω.  Και  έρχεται  η  απάντηση,  ακόμα  πιο  μπάσα  και  πιο  μακρόσυρτη  από  ότι  συνήθως:  "Βασίλη,  η  μητέρα  μου  πέθανε.  Και  να  σου  πω  την  αλήθεια,  μου  έχει  στοιχίσει  πολύ.  Δεν  είναι  σωστό  να  το  λέω,  έφτασα  60  χρονών  και  είχα  ακόμα  τη  μητέρα  μου.  Άλλοι  μένουν  ορφανοί  από  μωρά  παιδιά.  Είναι  ντροπή  να  αισθάνομαι  έτσι.  Αλλά,  όπως  και  να  το  κάνεις,  όταν  τραβάς  τις  ρίζες  πονάνε".

Εχθές  το  απόγευμα,  ο  δικός  μου  πρώην  μαθητής  Ν,  φοιτητής  σήμερα  ο  ίδιος  στο  Τμήμα  Φυσικής  του  Πανεπιστημίου  Ιωαννίνων, γνωρίζοντας  τα  αισθήματα  που  έτρεφα  για  τον  Καθηγητή  Τσέκερη,  με  πήρε  τηλέφωνο  για  να  μου  αναγγείλει  το  δυσάρεστο  νέο.  Ο Καθηγητής  έφυγε  από  τη  ζωή  προχθές,  1η  σεπτεμβρίου  του  2013  σε  ηλικία  66 ετών.
Ο  μαύρος  καβαλάρης  δεν  τον  άφησε  να  περιμένει  να  έρθει  η  σειρά  του...

Είμαι  κι  εγώ  από  τους  τυχερούς,  όπως  ο  Καθηγητής.   Είμαι  πια  40  και  έχω   τους  γονείς  μου.  Έχω  ακόμα  και  έναν  παππού  εν  ζωή.  Δεν  έχω  νιώσει  τη  γονεϊκή  απώλεια.  Από  το  χθεσινό  απόγευμα  όμως,  νιώθω   κι  εγώ  τις  ρίζες  από  ένα  κομμάτι  της  ψυχής  μου,  να  τραβιούνται.  Και  πονάει  πολύ.

Δάσκαλε,  καλό  σου  ταξίδι.

http://www.physics.uoi.gr/atomol/
http://www.physics.uoi.gr/home/?q=el/node/106